οπωροφθόρος
From LSJ
εἰ ἀποκρυπτόντων τῶν Μήδων τὸν ἥλιον ὑπὸ σκιῇ ἔσοιτο πρὸς αὐτοὺς ἡ μάχη καὶ οὐκ ἐν ἡλίῳ → if the Medes hid the sun, the battle would be to them in the shade and not in the sun
Greek Monolingual
ὀπωροφθόρος, -ον (Μ)
αυτός που καταστρέφει τους εδώδιμους καρπούς, τις οπώρες.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ὀπώρα + -φθόρος (< φθείρω), πρβλ. ψυχοφθόρος.