οἰκομαχία

From LSJ

Φίλον δι' ὀργὴν ἐν κακοῖσι μὴ προδῷς → Amicum ob iram deserere cave in malis → Verrate einen Freund nicht in der Not aus Zorn

Menander, Monostichoi, 529
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: οἰκομᾰχία Medium diacritics: οἰκομαχία Low diacritics: οικομαχία Capitals: ΟΙΚΟΜΑΧΙΑ
Transliteration A: oikomachía Transliteration B: oikomachia Transliteration C: oikomachia Beta Code: oi)komaxi/a

English (LSJ)

ἡ, domestic conflict, Heph. Astr.2.34.

Greek Monolingual

οἰκομαχία, ἡ (Α)
οικογενειακή διαμάχη, φιλονικία μεταξύ τών ατόμων που ζουν στο ίδιο σπίτι.
[ΕΤΥΜΟΛ. < οἶκος + -μαχία (< -μάχος < μάχομαι), πρβλ. ιππομαχία, ναυμαχία].