Δυσαμένη δὲ κάρηνα βαθυκνήμιδος ἐρίπνης / Δελφικὸν ἄντρον ἔναιε φόβῳ λυσσώδεος Ἰνοῦς (Nonnus, Dionysiaca 9.273f.) → Having descended from the top of a deep-greaved cliff, she dwelt in a cave in Delphi, because of her fear of raving/raging Ino.
Full diacritics: περιδῑνητος | Medium diacritics: περιδίνητος | Low diacritics: περιδίνητος | Capitals: ΠΕΡΙΔΙΝΗΤΟΣ |
Transliteration A: peridínētos | Transliteration B: peridinētos | Transliteration C: peridinitos | Beta Code: peridi/nhtos |
περιδίνητον, revolving, ἄξων PMag.Par.1.680.
[Seite 573] im Kreise od. Wirbel herumgedreht, Sp.
-ον, Α περιδινώ
αυτός που στρέφεται, που στροβιλίζεται σαν δίνη («περιδίνητος ἄξων», πάπ.).