προλαγχάνω

From LSJ

ἄλογον δὴ τὸ μήτε μάχης ἄρξασθαι μήτε τοὺς φίλους φυλάξαι, ἐὰν ὑπό γε τῶν βαρβάρων ἀδικῆσθε → It is irrational neither to begin battle nor to guard the friends, if you are ever wronged by the foreigners

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: προλαγχάνω Medium diacritics: προλαγχάνω Low diacritics: προλαγχάνω Capitals: ΠΡΟΛΑΓΧΑΝΩ
Transliteration A: prolanchánō Transliteration B: prolanchanō Transliteration C: prolagchano Beta Code: prolagxa/nw

English (LSJ)

obtain by lot first, Ar.Ec.1159; obtain as a perquisite, SIG57.10 (Milet., v B.C.).

German (Pape)

[Seite 732] (s. λαγχάνω), vorher loofen, προείληχα, Ar. Eccl. 1159.

Russian (Dvoretsky)

προλαγχάνω: (pf. προείληχα) оказываться первым по жребию Arph.

Greek (Liddell-Scott)

προλαγχάνω: λαγχάνω πρότερον, προείληχε Ἀριστοφ. Ἐκκλ. 1159.

Greek Monolingual

Α
1. λαμβάνω, αποκτώ κάτι με κλήρο πρώτος
2. αποκτώ κάτι ως τυχερό.
[ΕΤΥΜΟΛ. < προ- + λαγχάνω «αποκτώ με κλήρο»].

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

προ-λαγχάνω voorrang verkrijgen.