ἀλλὰ τῷ ὕψει τῶν θείων ἐντολῶν σου → but by the sublimity of thy divine commandments
Ν1. πετώ σπίθες, σπινθηρίζω2. αναλάμπω, φέγγω3. (για κρασί) είμαι αφρώδης.[ΕΤΥΜΟΛ. < θ. σπινθ- της λ. σπινθήρ, με αποβολή του -ν- + κατάλ. -ίζώ].