Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

σπόρια

From LSJ

Ζῆν οὐκ ἄξιος, ὅτῳ μηδὲ εἷς ἐστι χρηστὸς φίλοςLife is not worth living if you do not have at least one friend.

Democritus, DK 68b22

Greek Monolingual

τα, Ν
1. οι σπόροι, τα σπέρματα («βγάλε τα σπόρια από τις ντομάτες»)
2. ψημένοι σπόροι ηλιόσπορου ή κολοκυθιού, πασατέμπος.
[ΕΤΥΜΟΛ. Πληθ. του σπόρ-ι(ον), υποκορ. του αρχ. σπόρος ή υποχωρητ. σχηματ. από σπόρος κατά το σχήμα λόγος: λόγια].