νέῳ δὲ σιγᾶν μᾶλλον ἢ λαλεῖν πρέπει → it's fitting for a young man to keep silence rather than to speak (Menander)
Full diacritics: στρᾰτοϋπηρέτης | Medium diacritics: στρατοϋπηρέτης | Low diacritics: στρατοϋπηρέτης | Capitals: ΣΤΡΑΤΟΫΠΗΡΕΤΗΣ |
Transliteration A: stratoüpērétēs | Transliteration B: stratoupēretēs | Transliteration C: stratoypiretis | Beta Code: stratou+phre/ths |
στρατοϋπηρέτου, ὁ, army servant, prob. in Sammelb.4293.8.
ὁ, Α
υπηρέτης στρατοπέδου.
[ΕΤΥΜΟΛ. < στρατός + ὑπηρέτης.