υποτονία
From LSJ
Περὶ τοῦ ἐπέκεινα τοῦ νοῦ κατὰ μὲν νόησιν πολλὰ λέγεται, θεωρεῖται δὲ ἀνοησίᾳ κρείττονι νοήσεως → On the subject of that which is beyond intellect, many statements are made on the basis of intellection, but it may be immediately cognised only by means of a non-intellection superior to intellection
Greek Monolingual
η, Ν
1. βιολ. η κατάσταση του υποτονικού διαλύματος
2. ιατρ. ελάττωση του μυϊκού τόνου, που παρατηρείται κυρίως στις χαλαρές παραλύσεις που ακολουθούν έπειτα από βλάβη του περιφερειακού κινητικού νευρώνα και στην αρχική φάση τών παραλύσεων από βλάβη της φλοιονωτιαίας οδού.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. γαλλ. hypotonie (< υπ(ο)- + -τονία [< τόνος)].