φουσκοθαλασσιά

From LSJ

οὗτος μὲν ὁ πιθανώτερος τῶν λόγων εἴρηται, δεῖ δὲ καὶ τὸν ἧσσον πιθανόν, ἐπεί γε δὴ λέγεται, ῥηθῆναι → this is the most credible of the stories told; but I must relate the less credible tale also, since they tell it

Source

Greek Monolingual

η, Ν
κυματώδης ή ταραγμένη θάλασσα είτε σε νηνεμία είτε ενώ φυσάει άνεμος από κατεύθυνση διαφορετική από εκείνην από την οποία έρχεται το κύμα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < φουσκ-ώνω + συνδ. φωνήεν -ο- + θάλασσα + κατάλ. -ιά].