οἵ γε καὶ ἐν τῷ παρόντι ἀντιπάλως μᾶλλον ἢ ὑποδεεστέρως τῷ ναυτικῷ ἀνθώρμουν → whose navy, even as it was, faced the Athenian more as an equal than as an inferior
χιμέθλη: -λον, μεταγεν. τύποι τῶν λέξεων χιμέτλη, -λον, εὐρισκόμενοι ἐν Ἀντιγράφ. τῆς Ἀριστ. Ρητορ. 3. 11, 6, Διοσκ. 2. 12, κλπ.
ἡ, Α
βλ. χιμέτλη.