χορταιόβαμος

From LSJ

μηδενί δίκην δικάσῃς πρίν ἀμφοῖν μῦθον ἀκούσῃς → do not give your judgement on anything until you have heard a speech on both sides

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: χορταιόβᾱμος Medium diacritics: χορταιόβαμος Low diacritics: χορταιόβαμος Capitals: ΧΟΡΤΑΙΟΒΑΜΟΣ
Transliteration A: chortaióbamos Transliteration B: chortaiobamos Transliteration C: chortaiovamos Beta Code: xortaio/bamos

English (LSJ)

ὁ, epithet of Silenus (cf. χορταῖος 1), Hsch.; also χορταιοβάμων [ᾱ], ον, gen. ονος, Trag.Adesp.601.

Greek (Liddell-Scott)

χορταιόβᾱμος: ἢ -βάμων, ὁ, ἐπίθ. τοῦ Σειληνοῦ παρ’ Ἡσυχ.· ἴδε τὸ ἑπόμ.

Greek Monolingual

-ον, Α
(κατά τον Ησύχ.) «ὁ χορταιοβάμων».
[ΕΤΥΜΟΛ. < χορταῖος «χοντρό ένδυμα, προβιά» (< χόρτος) + -βαμος (< βᾶμα / βῆμα), πρβλ. παλίμβαμος].