χρυσοβόστρυχος

From LSJ

καθάπερ ὄφις παλαιὸν ἀποδύεται θώρακα → just as a snake sheds its old skin

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: χρῡσοβόστρῠχος Medium diacritics: χρυσοβόστρυχος Low diacritics: χρυσοβόστρυχος Capitals: ΧΡΥΣΟΒΟΣΤΡΥΧΟΣ
Transliteration A: chrysobóstrychos Transliteration B: chrysobostrychos Transliteration C: chrysovostrychos Beta Code: xrusobo/struxos

English (LSJ)

χρυσοβόστρυχον, in Alchemy, goldentressed, Olymp.Alch.p.95B.

German (Pape)

[Seite 1380] mit goldenen Locken, Ath. III, 564.

Greek Monolingual

και χρυσεοβόστρυχος, -ον, Α
αυτός που έχει χρυσούς βοστρύχους.
[ΕΤΥΜΟΛ. < χρυσ(ο)- / χρυσεο- + βόστρυχος (πρβλ. ἑλικοβόστρυχος)].