χρωμοπρωτεΐδη

From LSJ

αἰτήσεις ἀκοὐεις σῶν ἱκετῶν· ταχἐως συνδραμεῖς ἀναπαὐων εὐεργετῶν· ἰάματα παρἐχεις, Ἱερἀρχα, τῇ πρὀς Θεὀν παρρησἰᾳ κοσμοὐμενος → You hear the prayers of your suppliants; quickly you come to their assistance, bringing relief and benefits; you provide the remedies, Archbishop, since you are endowed with free access to God.

Source

Greek Monolingual

η, Ν
(παλ. όρος) (βιοχ.) η χρωμοπρωτεΐνη.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. chromoproteide < χρώμα + πρωτεΐδη].