ψευδόχριστος
English (LSJ)
ὁ, in plural, false Christs, Ev.Matt.24.24.
German (Pape)
[Seite 1395] falscher Christus, K. S.
French (Bailly abrégé)
ου (ὁ) :
faux Christ.
Étymologie: ψευδής, Χριστός.
English (Strong)
from ψευδής and Χριστός; a spurious Messiah: false Christ.
English (Thayer)
ψευδοχριστου, ὁ (ψευδής and χριστός), a false Christ (or false Messiah) (one who falsely lays claim to the name and office of the Messiah): Mark 13:22.
Greek Monolingual
ο, ΝΜΑ
ψεύτικος Χριστός, άτομο που εμφανίζεται ως Χριστός («ἐγερθήσονται γὰρ ψευδόχριστοι καὶ ψευδοπροφῆται καὶ δώσουσι σημεῖα μεγάλα», ΚΔ)
μσν.-αρχ.
ο ψευδοχριστιανός.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ψευδ(ο)- + Χριστός].
Chinese
原文音譯:yeudÒcristoj 普修多-赫里士拖士
詞類次數:名詞(2)
原文字根:假-膏(的)
字義溯源:假彌賽亞,假基督,敵基督;由(ψευδής)=不真實)與(Χριστός)=基督,受膏者)組成,而 (Χριστός)出自(χρίω)*=塗抹)。比較: (ἀντίχριστος)=彌賽亞敵對者,敵基督
1)敵基督,他是不認耶穌是基督,不認父與子的( 約壹2:22)
2)假基督,他企圖僭取基督的地位,妄自偽裝基督
出現次數:總共(2);太(1);可(1)
譯字彙編:
1) 假基督(2) 太24:24; 可13:22