раздражение
From LSJ
ἀγεωμέτρητος μηδεὶς εἰσίτω → no one ignorant of geometry may enter, let no one ignorant of geometry enter, let no one ignorant of geometry come in
Russian > Greek
ἐπερεθισμός, θυμούμενον, χολή, χόλος, κνησμός, ἀγανάκτησις, φλέγμα, ἀποθηρίωσις, ἄση, παροξυσμός, παραπικρασμός, δείνωσις, ὀδαξησμός, ὀδαξισμός, ὀδαξυσμός, γαργαλισμός, ὀργή