δειλὴ δ' ἐν πυθμένι φειδώ → thrift in the lees is worthless
αὐτάδελφος, σύντροφος, σύγγονος, σύναιμος, αὐθόμαιμος, γνήσιος, ὁμογενής, γεννητός, γεννατός, ἐμφύλιος, ἐγγενής, φίλος, ἀναγκαῖος, συγγενής, κοινός