ἀνδρισμός

From LSJ

Ὁ σοφὸς ἐν αὑτῷ περιφέρει τὴν οὐσίαν → Qui sapit, is in se cuncta circumfert sua → Der Weise trägt, was er besitzt, in sich herum

Menander, Monostichoi, 404
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀνδρισμός Medium diacritics: ἀνδρισμός Low diacritics: ανδρισμός Capitals: ΑΝΔΡΙΣΜΟΣ
Transliteration A: andrismós Transliteration B: andrismos Transliteration C: andrismos Beta Code: a)ndrismo/s

English (LSJ)

ὁ, = ἀνδρεία, Poll.3.120.

Spanish (DGE)

-οῦ, ὁ
1 valor Poll.3.120.
2 impuesto personal efectuado solamente sobre los varones ἀπὸ ... ἀνδρισμοῦ πέμπτης ἰνδικτίωνος SB 5948 (biz.), cf. PRyl.658.8 (IV d.C.).

German (Pape)

[Seite 218] ὁ, Poll. 3, 120, = ἀνδρία.

Greek (Liddell-Scott)

ἀνδρισμός: ὁ, = ἀνδρεία, Πολυδ. Γ΄, 120: οὕτως, ἄνδρισμα, ατος, τό, ἔργον ἀνδρικόν, ἔργον γενναῖον, Μάξ. Τύρ. 38. 4.

Greek Monolingual

ο (Α ἀνδρισμός)
ανδρεία
νεοελλ.
ανδρικό φρόνημα, γενναιοψυχία.