ἀποκαρπόω
From LSJ
Φύσιν πονηρὰν μεταβαλεῖν οὐ ῥᾴδιον → Haud facile commutatur ingenium malum → Verdorbene Natur zu ändern ist nicht leicht
English (LSJ)
throw off, send out, φλέβας Hp.Oss.17:—Med., enjoy the fruits of, τι PAmh.2.142.15 (iv A.D.).
Spanish (DGE)
1 hacer salir, brotar ἀποκεκάρπωκε ... πολυπλόκους φλέβας Hp.Oss.17.
2 en v. med. disfrutar τῇ ἐπὶ τόπων τυραννίᾳ χρώμενοι ἐμοῦ τελοῦντος ἀποκαρποῦνται PAmh.2.142.15 (IV d.C.), ὅσα δὲ πράττουσιν ἐν τῷ σώματι ... ταῦτα ἀποκαρποῦνται Epiph.Const.Haer.26.15.
German (Pape)
[Seite 305] Früchte treiben; hervorsprießen lassen, Hippocr.
Greek (Liddell-Scott)
ἀποκαρπόω: παράγω καρπόν, παράγω, ἀποκεκάρπωκε δὲ καὶ ἐς τὰς ἰγνύας πολυπλόκους φλέβας Ἱππ. 279. 34: - Μέσ., ἀπολαύω τοῦ καρποῦ τινος τὸ πρῶτον γέρας, Ἐπιφάν. τ. 1. 741Β.