ἀποτραχηλίζω
From LSJ
ὀλιγαρχία δὲ τῶν μὲν κινδύνων τοῖς πολλοῖς μεταδίδωσι͵ τῶν δ΄ ὠφελίμων οὐ πλεονεκτεῖ μόνον, ἀλλὰ κτλ. → But an oligarchy gives the many a share of the danger, and not content with the largest part takes and keeps the whole of the profit (Thucyd. 6.39)
English (LSJ)
strangle, σχοινίοις Eun.Hist.p.272 D.
Spanish (DGE)
estrangular αὐτοὺς διέφθειρον σχοινίοις ἀποτραχηλίζοντες Eun.Hist.75.
German (Pape)
[Seite 332] Sp., köpfen; σχοινίοις, erdrosseln.
Greek (Liddell-Scott)
ἀποτρᾰχηλίζω: ἀπάγχω, καὶ οἱ μὲν αὐτοὺς διέφθειραν, σχοινίοις ἀποτραχηλίζοντες Εὐνάπ. σ.104 Nieb.