ἔσχηκα

From LSJ

οἵτινες πόλιν μίαν λαβόντες εὐρυπρωκτότεροι πολύ τῆς πόλεος ἀπεχώρησαν ἧς εἷλον τότεafter taking a single city they returned home, with arses much wider than the city they captured

Source

French (Bailly abrégé)

pf. de ἔχω.

Greek Monotonic

ἔσχηκα: -ημαι, Ενεργ. και Παθ. παρακ. του ἔχω.

Russian (Dvoretsky)

ἔσχηκα: pf. к ἔχω.