ἱμαντόδετος

From LSJ

ῥύπος γυνὴ πέφυκεν ἠργυρωμένος → woman is silver-plated dirt, woman is dirt covered with silver

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἱμαντόδετος Medium diacritics: ἱμαντόδετος Low diacritics: ιμαντόδετος Capitals: ΙΜΑΝΤΟΔΕΤΟΣ
Transliteration A: himantódetos Transliteration B: himantodetos Transliteration C: imantodetos Beta Code: i(manto/detos

English (LSJ)

ἱμαντόδετον, bound with thongs, Glossaria on τρητοῖσι, Sch.Od.1.440.

German (Pape)

[Seite 1252] mit Riemen gebunden, Schol. Od. 1, 440.

Greek (Liddell-Scott)

ἱμαντόδετος: -ον, δεδεμένος δι’ ἱμάντων, Σχολ. εἰς Ὀδ. Α. 440.

Greek Monolingual

ἱμαντόδετος, -ον (Α)
δεμένος με ιμάντες.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ἱμάς, -άντος + -δετος (< δετός < δέω), πρβλ. λινόδετος, σχοινόδετος].