ἁμαξηγός: Difference between revisions

From LSJ

ἡ ὑπόστασίς μου ὡσεὶ οὐθὲν ἐνώπιόν σου → my life is as nothing in respect to you, my life is nothing in thy reckoning

Source
(big3_3)
(3)
Line 15: Line 15:
{{DGE
{{DGE
|dgtxt=-οῦ, ὁ [[conductor del carro]]de la estrella Arturo, Eust.1535.30.
|dgtxt=-οῦ, ὁ [[conductor del carro]]de la estrella Arturo, Eust.1535.30.
}}
{{grml
|mltxt=[[ἁμαξηγός]], ο (Μ)<br />[[οδηγός]] άμαξας, [[ηνίοχος]], [[αμαξηλάτης]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[ἅμαξα]] <span style="color: red;">+</span> -[[αγός]] <span style="color: red;"><</span> <i>ἄγω</i>, με [[επίδραση]] του νόμου της «εκτάσεως εν συνθέσει» που έδωσε το -<i>η</i>-(-<i>ηγός</i>) του β΄ συνθετικού].
}}
}}

Revision as of 06:19, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἁμαξηγός Medium diacritics: ἁμαξηγός Low diacritics: αμαξηγός Capitals: ΑΜΑΞΗΓΟΣ
Transliteration A: hamaxēgós Transliteration B: hamaxēgos Transliteration C: amaksigos Beta Code: a(machgo/s

English (LSJ)

ὁ,

   A = Βοώτης, Eust.1535.29.

Greek (Liddell-Scott)

ἁμαξηγός: ὁ, = ἁμαξηλάτης, Εὐστάθ. 1535.

Spanish (DGE)

-οῦ, ὁ conductor del carrode la estrella Arturo, Eust.1535.30.

Greek Monolingual

ἁμαξηγός, ο (Μ)
οδηγός άμαξας, ηνίοχος, αμαξηλάτης.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ἅμαξα + -αγός < ἄγω, με επίδραση του νόμου της «εκτάσεως εν συνθέσει» που έδωσε το -η-(-ηγός) του β΄ συνθετικού].