ἀκτημοσύνη: Difference between revisions
καλῶς γέ μου τὸν υἱὸν ὦ Στιλβωνίδη εὑρὼν ἀπιόντ' ἀπὸ γυμνασίου λελουμένον οὐκ ἔκυσας, οὐ προσεῖπας, οὐ προσηγάγου, οὐκ ὠρχιπέδισας, ὢν ἐμοὶ πατρικὸς φίλος → Ah! Is this well done, Stilbonides? You met my son coming from the bath after the gymnasium and you neither spoke to him, nor kissed him, nor took him with you, nor ever once felt his balls. Would anyone call you an old friend of mine?
(big3_2) |
(2) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{DGE | {{DGE | ||
|dgtxt=-ης, ἡ<br />[[renuncia a la propiedad]], [[pobreza]] Crates Theb.<i>Socr.Rel</i>.16, Poll.3.111, 6.197<br /><b class="num">•</b>esp. de crist. ref. a la [[pobreza]] evangélica, Nil.M.79.968C, como virtud de la vida ascética, Basil.M.32.293A, Pall.<i>H.Laus</i>.37.1, considerada como una riqueza, Gr.Naz.M.36.244C. | |dgtxt=-ης, ἡ<br />[[renuncia a la propiedad]], [[pobreza]] Crates Theb.<i>Socr.Rel</i>.16, Poll.3.111, 6.197<br /><b class="num">•</b>esp. de crist. ref. a la [[pobreza]] evangélica, Nil.M.79.968C, como virtud de la vida ascética, Basil.M.32.293A, Pall.<i>H.Laus</i>.37.1, considerada como una riqueza, Gr.Naz.M.36.244C. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=η (Α [[ἀκτημοσύνη]]) [[ἀκτήμων]]<br />[[έλλειψη]] κτηματικής περιουσίας, [[ανέχεια]], [[φτώχεια]]<br /><b>μσν.</b><br /><b>1.</b> [[κατάργηση]] της ατομικής ιδιοκτησίας, [[κοινοκτημοσύνη]]<br /><b>2.</b> η μη [[κατοχή]] κτηματικής περιουσίας ως χαρακτηριστικό του μοναχικού βίου. | |||
}} | }} |
Revision as of 06:25, 29 September 2017
English (LSJ)
ἡ,
A poverty, Crates Theb. ap. Epiph.Haer.3.2, Poll.3.111, 6.197.
Spanish (DGE)
-ης, ἡ
renuncia a la propiedad, pobreza Crates Theb.Socr.Rel.16, Poll.3.111, 6.197
•esp. de crist. ref. a la pobreza evangélica, Nil.M.79.968C, como virtud de la vida ascética, Basil.M.32.293A, Pall.H.Laus.37.1, considerada como una riqueza, Gr.Naz.M.36.244C.
Greek Monolingual
η (Α ἀκτημοσύνη) ἀκτήμων
έλλειψη κτηματικής περιουσίας, ανέχεια, φτώχεια
μσν.
1. κατάργηση της ατομικής ιδιοκτησίας, κοινοκτημοσύνη
2. η μη κατοχή κτηματικής περιουσίας ως χαρακτηριστικό του μοναχικού βίου.