εγχειρίδιο: Difference between revisions
From LSJ
τῷ οὖν τόξῳ ὄνομα βίος, ἔργον δὲ θάνατος → the bow is called life, but its work is death (Heraclitus)
(10) |
(No difference)
|
Revision as of 06:27, 29 September 2017
Greek Monolingual
το (AM ἐγχειρίδιος, -ον)
το ουδ. ως ουσ. μικρό βιβλίο που περιέχει τις κυριότερες γνώσεις σε μια επιστήμη («εγχειρίδιο βοτανικής»)
αρχ.
Ι. 1. μικρό μαχαίρι, στιλέτο, κάμα
2. χειροκίνητο εργαλείο
επίθ. ἐγχειρίδιος, -ον
αυτός που κρατιέται στο χέρι.