ἱππαρχία: Difference between revisions
Θορύβους ὀχλώδεις φεῦγε καὶ παροινίας → Vulgi tumultus longe fuge et insaniam → Der Massen Auflauf meide und die Trunkenheit
(Bailly1_3) |
(17) |
||
Line 18: | Line 18: | ||
{{bailly | {{bailly | ||
|btext=ας (ἡ) :<br /><b>1</b> commandement d’un corps de cavalerie;<br /><b>2</b> régiment de cavalerie (de 512 hommes).<br />'''Étymologie:''' [[ἵππαρχος]]. | |btext=ας (ἡ) :<br /><b>1</b> commandement d’un corps de cavalerie;<br /><b>2</b> régiment de cavalerie (de 512 hommes).<br />'''Étymologie:''' [[ἵππαρχος]]. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=η (Α [[ἱππαρχία]]) [[ίππαρχος]]<br /><b>νεοελλ.</b><br />παλαιότερη [[ονομασία]] συντάγματος ιππικού<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> το [[αξίωμα]] του ιππάρχου<br /><b>2.</b> [[σώμα]] ιππικού διοικούμενο από ίππαρχο. | |||
}} | }} |
Revision as of 06:36, 29 September 2017
English (LSJ)
ἡ,
A office of ἵππαρχος, X.Ath.1.3 (pl.); of the magister equitum, D.C. Fr.36.26, Lyd.Mag.2.13. II a squadron of horse such as he commands, Plb.10.23.4, D.S.17.57, Str.17.1.12, Plu.Eum.7, Arr.An. 1.24.3; consisting of 512 men, Ascl.Tact.7.11, etc.
German (Pape)
[Seite 1257] ἡ, Würde des ἵππαρχος, Xen. Ath. 1, 3; -eine größere Reiterabtheilung, ein Regiment, nach Ael. 512 Mann, Pol. 10, 21, 4 D. Sic. 17, 57.
Greek (Liddell-Scott)
ἱππαρχία: ἡ, τὸ ἀξίωμα τοῦ ἱππάρχου, Ξεν. Ἀθ. 1, 3. ΙΙ. σῶμα ἱππικοῦ διοικούμενον ὑπὸ τοῦ ἱππάρχου, Πολύβ. 10. 23, 4, κτλ.
French (Bailly abrégé)
ας (ἡ) :
1 commandement d’un corps de cavalerie;
2 régiment de cavalerie (de 512 hommes).
Étymologie: ἵππαρχος.
Greek Monolingual
η (Α ἱππαρχία) ίππαρχος
νεοελλ.
παλαιότερη ονομασία συντάγματος ιππικού
αρχ.
1. το αξίωμα του ιππάρχου
2. σώμα ιππικού διοικούμενο από ίππαρχο.