κιάθω: Difference between revisions

From LSJ

κοινὴ γὰρ ἡ τύχη καὶ τὸ μέλλον ἀόρατον → fortune is common to all, the future is unknown | fortune is common to all and the future unknown | fate is common to all and the future unknown

Source
(Bailly1_3)
(20)
Line 18: Line 18:
{{bailly
{{bailly
|btext=<i>c.</i> [[κίω]].
|btext=<i>c.</i> [[κίω]].
}}
{{grml
|mltxt=[[κιάθω]] (Α)<br />(εκτετ. τ. του <i>κίω</i>)<br />μόνο σύνθ. με πρόθ. [[μετακιάθω]], [[εκτός]] του «ἐκίαθεν<br />ἐπορεύετο» του <b>Ησύχ.</b><br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Βλ. λ. <i>κίω</i>].
}}
}}

Revision as of 06:40, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κιάθω Medium diacritics: κιάθω Low diacritics: κιάθω Capitals: ΚΙΑΘΩ
Transliteration A: kiáthō Transliteration B: kiathō Transliteration C: kiatho Beta Code: kia/qw

English (LSJ)

lengthd. for κίω, only in compd. μετακιάθω (exc.

   A ἐκίαθεν Hsch.); cf. κίατο. κιανθείς· ἑταίρα κιανγάλη (λίαν καλή Mein.), Hsch. κιάντωρ· κιναιδῶς, Id. κίασθαι· κεῖσθαι, and κίατο· ἐκινεῖτο, Id. κίβαλος· διάκονος, Id. κίββα· πήρα (Aetol.), Id.

German (Pape)

[Seite 1436] = κίω, VLL.), s. μετακιάθω.

Greek (Liddell-Scott)

κιάθω: ἐκτεταμ. ἐκ τοῦ κίω, γνωστὸν μόνον ἐκ τοῦ συνθέτου μετακιάθω, ὃ ἴδε.

French (Bailly abrégé)

c. κίω.

Greek Monolingual

κιάθω (Α)
(εκτετ. τ. του κίω)
μόνο σύνθ. με πρόθ. μετακιάθω, εκτός του «ἐκίαθεν
ἐπορεύετο» του Ησύχ.
[ΕΤΥΜΟΛ. Βλ. λ. κίω].