κυματηδόν: Difference between revisions

From LSJ

πολιτεύω πόλεμον ἐκ πολέμου → make perpetual war the principle of government

Source
(6_7)
(22)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''κυμᾰτηδόν''': Ἐπίρρ., ὡς [[κῦμα]], Ἰω. Λυδ. π. Διοσημ. § 54.
|lstext='''κυμᾰτηδόν''': Ἐπίρρ., ὡς [[κῦμα]], Ἰω. Λυδ. π. Διοσημ. § 54.
}}
{{grml
|mltxt=[[κυματηδόν]] (Μ)<br />όπως τα κύματα, σαν [[κύμα]], κυματοειδώς.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[κῦμα]], -<i>α</i>-<i>τ</i>-<i>ος</i> <span style="color: red;">+</span> επιρρμ. κατάλ. -<i>ηδόν</i>, δηλωτική του τρόπου, [[κατά]] το <i>πρηνη</i>-<i>δόν</i> (<b>[[πρβλ]].</b> <i>σωρη</i>-<i>δόν</i>, <i>βαθμη</i>-<i>δόν</i>)].
}}
}}

Revision as of 06:42, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κῡμᾰτηδόν Medium diacritics: κυματηδόν Low diacritics: κυματηδόν Capitals: ΚΥΜΑΤΗΔΟΝ
Transliteration A: kymatēdón Transliteration B: kymatēdon Transliteration C: kymatidon Beta Code: kumathdo/n

English (LSJ)

Adv.

   A like a wave, Lyd.Ost.53.

German (Pape)

[Seite 1530] nach Art der Wellen, Io. Lyd.

Greek (Liddell-Scott)

κυμᾰτηδόν: Ἐπίρρ., ὡς κῦμα, Ἰω. Λυδ. π. Διοσημ. § 54.

Greek Monolingual

κυματηδόν (Μ)
όπως τα κύματα, σαν κύμα, κυματοειδώς.
[ΕΤΥΜΟΛ. < κῦμα, -α-τ-ος + επιρρμ. κατάλ. -ηδόν, δηλωτική του τρόπου, κατά το πρηνη-δόν (πρβλ. σωρη-δόν, βαθμη-δόν)].