ἀντισήκωσις: Difference between revisions

From LSJ

τὸ πολὺ τοῦ βίου ἐν δικαστηρίοις φεύγων τε καὶ διώκων κατατρίβομαι → waste the greater part of one's life in courts either as plaintiff or defendant

Source
(big3_5)
(5)
Line 18: Line 18:
{{DGE
{{DGE
|dgtxt=-εως, ἡ<br /><b class="num">1</b> [[compensación]] ἀ. γίνεται Hdt.4.50.<br /><b class="num">2</b> [[movimiento en sentido contrario]] ἀντισηκώσεως δὲ οἷον ἐπὶ θάτερα πρὸς τὰ ἄριστα γενομένης Plot.1.4.14.
|dgtxt=-εως, ἡ<br /><b class="num">1</b> [[compensación]] ἀ. γίνεται Hdt.4.50.<br /><b class="num">2</b> [[movimiento en sentido contrario]] ἀντισηκώσεως δὲ οἷον ἐπὶ θάτερα πρὸς τὰ ἄριστα γενομένης Plot.1.4.14.
}}
{{grml
|mltxt=[[ἀντισήκωσις]], η (Α) [[αντισηκώ]]<br />[[αποκατάσταση]] ισορροπίας, [[αντιστάθμισμα]].
}}
}}

Revision as of 06:56, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀντισήκωσις Medium diacritics: ἀντισήκωσις Low diacritics: αντισήκωσις Capitals: ΑΝΤΙΣΗΚΩΣΙΣ
Transliteration A: antisḗkōsis Transliteration B: antisēkōsis Transliteration C: antisikosis Beta Code: a)ntish/kwsis

English (LSJ)

εως, Ion. ιος, ἡ, = foreg.,

   A ἀ. γίνεται Hdt.4.50; equivalence, Plot.1.4.14.

Greek (Liddell-Scott)

ἀντισήκωσις: -εως, Ἰων. -ιος, ἡ, ἀντιστάθμησις, ἀντισήκωσις γίνεται Ἡρόδ. 4. 50, Δωρ. -σάκωσις, ἀποζημίωσις, ἀποτισάτω διπλασίαν ἀντισάκωσιν τῇ πόλει Ἐπιγρ. Βοιωτ. 3. 4 (Keil).

French (Bailly abrégé)

εως, ion. ιος (ἡ) :
contrepoids, compensation.
Étymologie: ἀντισηκόω.

Spanish (DGE)

-εως, ἡ
1 compensación ἀ. γίνεται Hdt.4.50.
2 movimiento en sentido contrario ἀντισηκώσεως δὲ οἷον ἐπὶ θάτερα πρὸς τὰ ἄριστα γενομένης Plot.1.4.14.

Greek Monolingual

ἀντισήκωσις, η (Α) αντισηκώ
αποκατάσταση ισορροπίας, αντιστάθμισμα.