ἀντίφραγμα: Difference between revisions

From LSJ

Γυναικὶ μὴ πίστευε τὸν σαυτοῦ βίον → Cave salutem feminae credas tuam → Vertraue keiner Frau je an dein Lebensgut

Menander, Monostichoi, 86
(big3_5)
(5)
Line 18: Line 18:
{{DGE
{{DGE
|dgtxt=-ματος, τό<br />[[baluarte]] πρὸς τοὺς [[ἄγαν]] πικροὺς ... ἐκείνους Plu.2.558d.
|dgtxt=-ματος, τό<br />[[baluarte]] πρὸς τοὺς [[ἄγαν]] πικροὺς ... ἐκείνους Plu.2.558d.
}}
{{grml
|mltxt=[[ἀντίφραγμα]], το (Α)<br />[[οχύρωμα]], [[πρόχωμα]].
}}
}}

Revision as of 06:56, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀντίφραγμα Medium diacritics: ἀντίφραγμα Low diacritics: αντίφραγμα Capitals: ΑΝΤΙΦΡΑΓΜΑ
Transliteration A: antíphragma Transliteration B: antiphragma Transliteration C: antifragma Beta Code: a)nti/fragma

English (LSJ)

ατος, τό,

   A counter-fence, bulwark, πρός τι Plu.2.558d.

German (Pape)

[Seite 263] τό, Gegenbollwerk, Plut. S. N. V. 18.

Greek (Liddell-Scott)

ἀντίφραγμα: τό, φραγμὸς ἐναντίον τινός, πρόχωμα, ταῦτα μὲν ὥςπερ ἀντιφράγματά σοι κείσθω πρὸς τοὺς … κατηγορικοὺς ἐκείνους Πλούτ. 2. 558D.

Spanish (DGE)

-ματος, τό
baluarte πρὸς τοὺς ἄγαν πικροὺς ... ἐκείνους Plu.2.558d.

Greek Monolingual

ἀντίφραγμα, το (Α)
οχύρωμα, πρόχωμα.