δικταμνίτης: Difference between revisions

From LSJ

Λύπη παροῦσα πάντοτ' ἐστὶν ἡ γυνή → Mulier perenne pignus aegrimoniae est → Ein gegenwärtig Leid ist stets das Eheweib

Menander, Monostichoi, 324
(big3_11)
(9)
Line 18: Line 18:
{{DGE
{{DGE
|dgtxt=-ου<br />[[de díctamo]], [[condimentado con díctamo]] (οἶνος) Dsc.5.47.
|dgtxt=-ου<br />[[de díctamo]], [[condimentado con díctamo]] (οἶνος) Dsc.5.47.
}}
{{grml
|mltxt=[[δικταμνίτης]], ο (Α)<br />[[οίνος]] αρωματισμένος με [[δίκταμνο]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[δίκταμνον]] <span style="color: red;">+</span> (παραγ. κατάλ.) -[[ίτης]]].
}}
}}

Revision as of 07:04, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: δικταμνίτης Medium diacritics: δικταμνίτης Low diacritics: δικταμνίτης Capitals: ΔΙΚΤΑΜΝΙΤΗΣ
Transliteration A: diktamnítēs Transliteration B: diktamnitēs Transliteration C: diktamnitis Beta Code: diktamni/ths

English (LSJ)

[νῑ] οἶνος wine

   A flavoured with dittany, Dsc.5.47.

German (Pape)

[Seite 630] οἶνος, mit Diktamnum abgezogener Wein, Diosc.

Greek (Liddell-Scott)

δικταμνίτης: οἶνος, ὁ, δικτάμνῳ ἐσκευασμένος, Διοσκ. 5. 57.

Spanish (DGE)

-ου
de díctamo, condimentado con díctamo (οἶνος) Dsc.5.47.

Greek Monolingual

δικταμνίτης, ο (Α)
οίνος αρωματισμένος με δίκταμνο.
[ΕΤΥΜΟΛ. < δίκταμνον + (παραγ. κατάλ.) -ίτης].