δυσαπολόγητος: Difference between revisions
ἀκίνδυνοι δ' ἀρεταὶ οὔτε παρ' ἀνδράσιν οὔτ' ἐν ναυσὶ κοίλαις τίμιαι → but excellence without danger is honored neither among men nor in hollow ships
(big3_12) |
(9) |
||
Line 18: | Line 18: | ||
{{DGE | {{DGE | ||
|dgtxt=-ον<br /><b class="num">I</b> <b class="num">1</b>[[difícil de explicar]] δυσαπολόγητον ἠρώτηκας πρᾶγμα Aristeas 213, τὸ ἄπορον Ph.1.562, cf. Str.4.1.7.<br /><b class="num">2</b> [[difícil de defender o excusar]] [[ἁμαρτία]] Plb.1.10.4, cf. I.<i>AI</i> 16.101.<br /><b class="num">II</b> adv. -ως [[difícilmente explicable]] αἰτίας ἔχουσι Eust.147.23. | |dgtxt=-ον<br /><b class="num">I</b> <b class="num">1</b>[[difícil de explicar]] δυσαπολόγητον ἠρώτηκας πρᾶγμα Aristeas 213, τὸ ἄπορον Ph.1.562, cf. Str.4.1.7.<br /><b class="num">2</b> [[difícil de defender o excusar]] [[ἁμαρτία]] Plb.1.10.4, cf. I.<i>AI</i> 16.101.<br /><b class="num">II</b> adv. -ως [[difícilmente explicable]] αἰτίας ἔχουσι Eust.147.23. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=[[δυσαπολόγητος]], -ον (Α)<br /><b>1.</b> αυτός που δύσκολα μπορεί να δικαιολογηθεί ή να τον υπερασπίσουν<br /><b>2.</b> αυτός στον οποίο δύσκολα μπορεί [[κανείς]] να απαντήσει<br /><b>3.</b> αυτός που δύσκολα ερμηνεύεται, [[δυσερμήνευτος]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 07:05, 29 September 2017
English (LSJ)
ον,
A hard to defend or excuse, Plb. 1.10.4, cf. Ph.1.562, J.AJ16.4.2; hard to answer, Aristeas 213; hard to explain, Str.4.1.7. Adv. -τως, ἔχειν Eust.147.23.
German (Pape)
[Seite 676] schwer zu vertheidigen, zu entschuldigen, Pol. 1, 10, 4 u. Sp.
Greek (Liddell-Scott)
δυσαπολόγητος: -ον, ὃν δύσκολον εἶναι νὰ ὑπερασπίσῃ τις, ἁμαρτία Πολύβ. 1. 10, 4. ‒ Ἐπίρρ. -τως, Εὐστ. 147. 23.
Spanish (DGE)
-ον
I 1difícil de explicar δυσαπολόγητον ἠρώτηκας πρᾶγμα Aristeas 213, τὸ ἄπορον Ph.1.562, cf. Str.4.1.7.
2 difícil de defender o excusar ἁμαρτία Plb.1.10.4, cf. I.AI 16.101.
II adv. -ως difícilmente explicable αἰτίας ἔχουσι Eust.147.23.
Greek Monolingual
δυσαπολόγητος, -ον (Α)
1. αυτός που δύσκολα μπορεί να δικαιολογηθεί ή να τον υπερασπίσουν
2. αυτός στον οποίο δύσκολα μπορεί κανείς να απαντήσει
3. αυτός που δύσκολα ερμηνεύεται, δυσερμήνευτος.