ἐκμανής: Difference between revisions
κείνους δὲ κλαίω ξυμφορᾷ κεχρημένους (Euripides' Medea 347) → I weep for those who have suffered disaster
(big3_13) |
(10) |
||
Line 18: | Line 18: | ||
{{DGE | {{DGE | ||
|dgtxt=-ές<br /><b class="num">1</b> [[enloquecido]], [[frenético]] ὁ [[Διονύσιος]] ... πρὸς τὰ ἀφροδίσια ἐ. Ath.437e<br /><b class="num">•</b>de abstr. [[demencial]], [[furiosamente loco]] ἔρωτες Ph.2.411, ὀργαί Ph.2.563, λύτται Ph.1.408.<br /><b class="num">2</b> adv. -ῶς [[fuera de sí]], [[como enajenado]] τινὰς ἐ. ὀρχηστὰς ὁρῶν Ph.2.552, ἐ. ἀκούειν τῆς σύριγγος Opp.<i>H.Par</i>.5.16, οἱ μὴ βλέποντες ἐ. ἀνεβόησαν ref. a fariseos y publicanos, Rom.Mel.20.γʹ.4<br /><b class="num">•</b>sent. erót. [[locamente]] φιλόπαις δ' ἦν ἐ. καὶ [[Ἀλέξανδρος]] ὁ βασιλεύς Ath.603a. | |dgtxt=-ές<br /><b class="num">1</b> [[enloquecido]], [[frenético]] ὁ [[Διονύσιος]] ... πρὸς τὰ ἀφροδίσια ἐ. Ath.437e<br /><b class="num">•</b>de abstr. [[demencial]], [[furiosamente loco]] ἔρωτες Ph.2.411, ὀργαί Ph.2.563, λύτται Ph.1.408.<br /><b class="num">2</b> adv. -ῶς [[fuera de sí]], [[como enajenado]] τινὰς ἐ. ὀρχηστὰς ὁρῶν Ph.2.552, ἐ. ἀκούειν τῆς σύριγγος Opp.<i>H.Par</i>.5.16, οἱ μὴ βλέποντες ἐ. ἀνεβόησαν ref. a fariseos y publicanos, Rom.Mel.20.γʹ.4<br /><b class="num">•</b>sent. erót. [[locamente]] φιλόπαις δ' ἦν ἐ. καὶ [[Ἀλέξανδρος]] ὁ βασιλεύς Ath.603a. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=[[ἐκμανής]], -ές (AM)<br />μανιασμένος για [[κάτι]], με σφοδρή, ασυγκράτητη [[επιθυμία]] («πρὸς τὰ ἀφροδίσια [[ἐκμανής]]»). | |||
}} | }} |
Revision as of 07:07, 29 September 2017
English (LSJ)
ές,
A quite mad, πρὸς τὰ ἀφροδίσια Nicias ap.Ath.10.437e; λύτται Ph.1.408. Adv. -νῶς Ath.13.603a.
German (Pape)
[Seite 768] ές, sehr rasend, wüthend; Poll. 5, 74; πρὸς τὰ ἀφροδίσια, ganz rasend auf, Ath. X, 437 e. – Adv., ἐκμανῶς φιλόπαις ἦν Ath. XIII, 603 a; πίνειν X, 464 d.
Greek (Liddell-Scott)
ἐκμᾰνής: -ές, ἔκδοτος εἴς τι μέχρι μανίας, πρὸς τὰ ἀφροδίσια ἐκμανὴς Ἀθήν. 437Ε. - Ἐπίρρ. -νῶς, ὁ αὐτ. 603Α.
Spanish (DGE)
-ές
1 enloquecido, frenético ὁ Διονύσιος ... πρὸς τὰ ἀφροδίσια ἐ. Ath.437e
•de abstr. demencial, furiosamente loco ἔρωτες Ph.2.411, ὀργαί Ph.2.563, λύτται Ph.1.408.
2 adv. -ῶς fuera de sí, como enajenado τινὰς ἐ. ὀρχηστὰς ὁρῶν Ph.2.552, ἐ. ἀκούειν τῆς σύριγγος Opp.H.Par.5.16, οἱ μὴ βλέποντες ἐ. ἀνεβόησαν ref. a fariseos y publicanos, Rom.Mel.20.γʹ.4
•sent. erót. locamente φιλόπαις δ' ἦν ἐ. καὶ Ἀλέξανδρος ὁ βασιλεύς Ath.603a.
Greek Monolingual
ἐκμανής, -ές (AM)
μανιασμένος για κάτι, με σφοδρή, ασυγκράτητη επιθυμία («πρὸς τὰ ἀφροδίσια ἐκμανής»).