ἡμιλίτριον: Difference between revisions
From LSJ
καί τιν᾿ ὀίω αἵματί τ' ἐγκεφάλῳ τε παλαξέμεν ἄσπετον οὖδας ἀνδρῶν μνηστήρων, οἵ τοι βίοτον κατέδουσιν → and I think some one of the suitors that devour your property shall bespatter the vast earth with his blood and brains
(6_21) |
(16) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἡμιλίτριον''': τό, [[ἡμίσεια]] [[λίτρα]], Ἐπίχ. 5 Ahr. ΙΙ. ἡμίλιτρον, τό, ἐν Σικελίᾳ [[ἥμισυς]] [[ὀβολός]], Ἀριστ. Ἀποσπ. 467, [[Πολυδ]]. Θ΄, 81. | |lstext='''ἡμιλίτριον''': τό, [[ἡμίσεια]] [[λίτρα]], Ἐπίχ. 5 Ahr. ΙΙ. ἡμίλιτρον, τό, ἐν Σικελίᾳ [[ἥμισυς]] [[ὀβολός]], Ἀριστ. Ἀποσπ. 467, [[Πολυδ]]. Θ΄, 81. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=[[ἡμιλίτριον]], τὸ (Α) [[ημίλιτρον]]<br />μισή [[λίτρα]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 07:16, 29 September 2017
English (LSJ)
τό,
A half-pound, Epich.9, POxy. 1051.12 (iii A.D.), Archig. ap. Orib.8.1.27.
German (Pape)
[Seite 1168] τό, = Folgdm, Epicharm. in B. A. 98, 32.
Greek (Liddell-Scott)
ἡμιλίτριον: τό, ἡμίσεια λίτρα, Ἐπίχ. 5 Ahr. ΙΙ. ἡμίλιτρον, τό, ἐν Σικελίᾳ ἥμισυς ὀβολός, Ἀριστ. Ἀποσπ. 467, Πολυδ. Θ΄, 81.
Greek Monolingual
ἡμιλίτριον, τὸ (Α) ημίλιτρον
μισή λίτρα.