καρδιαλγία: Difference between revisions
From LSJ
ἔκδοτον σεαυτὴν τῷ σύροντι ποταμῷ τῶν πραγμάτων ἐᾶσαι → abandon yourself to the eddying flow of events
(c1) |
(19) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{pape | {{pape | ||
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1326.png Seite 1326]] ἡ, Schmerzen am oberen Magenmund, Magendrücken, Galen. | |ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1326.png Seite 1326]] ἡ, Schmerzen am oberen Magenmund, Magendrücken, Galen. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=η (Α [[καρδιαλγία]]) [[καρδιαλγής]]<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>ιατρ.</b> [[πόνος]] στην καρδιακή [[μοίρα]] του στομάχου που εκδηλώνεται στο [[επιγάστριο]] ή [[πόνος]] στην καρδιακή [[χώρα]], [[συχνά]] [[νευραλγικός]]<br /><b>αρχ.</b><br />[[πόνος]] του στομάχου. | |||
}} | }} |
Revision as of 07:21, 29 September 2017
English (LSJ)
ἡ,
A heartburn, Id.8.343, al., Ruf. ap. Orib.7.26.8.
German (Pape)
[Seite 1326] ἡ, Schmerzen am oberen Magenmund, Magendrücken, Galen.
Greek Monolingual
η (Α καρδιαλγία) καρδιαλγής
νεοελλ.
ιατρ. πόνος στην καρδιακή μοίρα του στομάχου που εκδηλώνεται στο επιγάστριο ή πόνος στην καρδιακή χώρα, συχνά νευραλγικός
αρχ.
πόνος του στομάχου.