κίβος: Difference between revisions
From LSJ
Ὁ κόσμος σκηνή, ὁ βίος πάροδος· ἦλθες, εἶδες, ἀπῆλθες → The world is a stage, life is your entrance: you came, you saw, you departed (Democritus fr. 115 D-K)
(6_14) |
(20) |
||
Line 4: | Line 4: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''κίβος''': ὁ, [[ἐνεός]], Ἡσύχ., κατὰ δὲ Σουΐδ. «[[κίβος]], [[κιβωτός]]». | |lstext='''κίβος''': ὁ, [[ἐνεός]], Ἡσύχ., κατὰ δὲ Σουΐδ. «[[κίβος]], [[κιβωτός]]». | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=[[κίβος]], ὁ (Α)<br />([[κατά]] το λεξ. [[Σούδα]]) «[[κιβωτός]]».<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Ίσως πρόκειται για αντίστροφο παρ. του [[κιβωτός]] ή για μεταπλασμό του κατ' [[επίδραση]] του λατ. <i>cibus</i>]. | |||
}} | }} |