κλασαυχενίζομαι: Difference between revisions
From LSJ
ἐν γὰρ χερσὶ τέλος πολέμου, ἐπέων δ' ἐνὶ βουλῇ → War finds its end in arms, words find their end in debate (Iliad 16.630)
(20) |
(No difference)
|
Revision as of 07:24, 29 September 2017
Greek Monolingual
1. περπατώ καμαρωτά κουνώντας τον αυχένα μου δεξιά κι αριστερά, δηλ. βαδίζω θηλυπρεπώς, ακκίζομαι
2. μτφ. έχω μεγάλη ιδέα για τον εαυτό μου, κορδώνομαι.
[ΕΤΥΜΟΛ. Κλασ-αυχενίζομαι < θ. κλασ- του κλῶ (πρβλ. μέλλ. κλάσ-ω, αόρ. ἔ-κλασ-α) + -αυχενίζομαι (< αὐχήν αὐχέν-ος), πρβλ. δı-αυχενίζομαι].