κλασαυχενίζομαι
From LSJ
χρώμεθα γὰρ πολιτείᾳ οὐ ζηλούσῃ τοὺς τῶν πέλας νόμους → we live under a form of government which does not emulate the institutions of our neighbours
Greek Monolingual
1. περπατώ καμαρωτά κουνώντας τον αυχένα μου δεξιά κι αριστερά, δηλ. βαδίζω θηλυπρεπώς, ακκίζομαι
2. μτφ. έχω μεγάλη ιδέα για τον εαυτό μου, κορδώνομαι.
[ΕΤΥΜΟΛ. Κλασ-αυχενίζομαι < θ. κλασ- του κλῶ (πρβλ. μέλλ. κλάσ-ω, αόρ. ἔ-κλασ-α) + -αυχενίζομαι (< αὐχήν αὐχέν-ος), πρβλ. δı-αυχενίζομαι].