κλεπτίδης: Difference between revisions

From LSJ

ὁ αὐτὸς ἔφησε τὸν μὲν ὕπνον ὀλιγοχρόνιον θάνατον, τὸν δὲ θάνατον πολυχρόνιον ὕπνονPlato said that sleep was a short-lived death but death was a long-lived sleep

Source
(6_19)
(20)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''κλεπτίδης''': -ου, ὁ κωμικ. πατρώνυμ. τοῦ [[κλέπτης]], υἱὸς κλέπτου, Φερεκρ. ἐν Ἀδήλ. 79, πρβλ. κλωπίδης.
|lstext='''κλεπτίδης''': -ου, ὁ κωμικ. πατρώνυμ. τοῦ [[κλέπτης]], υἱὸς κλέπτου, Φερεκρ. ἐν Ἀδήλ. 79, πρβλ. κλωπίδης.
}}
{{grml
|mltxt=[[κλεπτίδης]], ὁ (Α)<br />(κωμικό πατρών. του [[κλέπτης]]) ο [[γιος]] του κλέφτη.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[κλέπτης]] <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>ίδης</i>, δηλωτική της καταγωγής (<b>[[πρβλ]].</b> <i>λαγωίδης</i>, <i>τυδε</i>-<i>ΐδης</i>)].
}}
}}

Revision as of 07:24, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κλεπτίδης Medium diacritics: κλεπτίδης Low diacritics: κλεπτίδης Capitals: ΚΛΕΠΤΙΔΗΣ
Transliteration A: kleptídēs Transliteration B: kleptidēs Transliteration C: kleptidis Beta Code: klepti/dhs

English (LSJ)

ου, ὁ, Com.Patronym.of κλέπτης,

   A Son of a Thief, Pherecr.219.

German (Pape)

[Seite 1448] ὁ, komisches Patronymikum zum Vorigen, Diebessohn, Pherecrat. bei Poll. 8, 34.

Greek (Liddell-Scott)

κλεπτίδης: -ου, ὁ κωμικ. πατρώνυμ. τοῦ κλέπτης, υἱὸς κλέπτου, Φερεκρ. ἐν Ἀδήλ. 79, πρβλ. κλωπίδης.

Greek Monolingual

κλεπτίδης, ὁ (Α)
(κωμικό πατρών. του κλέπτης) ο γιος του κλέφτη.
[ΕΤΥΜΟΛ. < κλέπτης + κατάλ. -ίδης, δηλωτική της καταγωγής (πρβλ. λαγωίδης, τυδε-ΐδης)].