κτηνωδία: Difference between revisions
From LSJ
τῶν δ᾽ ὀρθουμένων σῴζει τὰ πολλὰ σώμαθ᾽ ἡ πειθαρχία → But of those who make it through, following orders is what saves most of their lives (Sophocles, Antigone 675f.)
(c2) |
(22) |
||
(One intermediate revision by the same user not shown) | |||
Line 1: | Line 1: | ||
{{pape | {{pape | ||
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1519.png Seite 1519]] ἡ, das Viehische, die Viehmäßigkeit, bes. viehische Dummheit, Brutalität, Sp. | |ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1519.png Seite 1519]] ἡ, das Viehische, die Viehmäßigkeit, bes. viehische Dummheit, Brutalität, Sp. | ||
}} | |||
{{ls | |||
|lstext='''κτηνωδία''': ἡ, τό κτηνῶδες, Γεώργ. Πισίδ. περὶ Ματ. 72. | |||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=και χτηνωδία, η (AM [[κτηνωδία]], Α και κτηνώδεια) [[κτηνώδης]]<br />η [[κατάσταση]] του κτηνώδους<br /><b>νεοελλ.-μσν.</b><br />[[ηθική]] [[πώρωση]], [[βαναυσότητα]], [[χυδαιότητα]], [[απανθρωπιά]]. | |||
}} | }} |
Latest revision as of 07:26, 29 September 2017
German (Pape)
[Seite 1519] ἡ, das Viehische, die Viehmäßigkeit, bes. viehische Dummheit, Brutalität, Sp.
Greek (Liddell-Scott)
κτηνωδία: ἡ, τό κτηνῶδες, Γεώργ. Πισίδ. περὶ Ματ. 72.
Greek Monolingual
και χτηνωδία, η (AM κτηνωδία, Α και κτηνώδεια) κτηνώδης
η κατάσταση του κτηνώδους
νεοελλ.-μσν.
ηθική πώρωση, βαναυσότητα, χυδαιότητα, απανθρωπιά.