κυπρῖνος: Difference between revisions
Εἰ θνητὸς εἶ, βέλτιστε, θνητὰ καὶ φρόνει → Mortalis quum sis, intra mortalem sape → Bist sterblich du, mein Bester, denk auch Sterbliches
(6_14) |
(22) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''κυπρῖνος''': ὁ, [[εἶδος]] λιμναίου καὶ ποταμίου ἰχθύος, καλουμένου καὶ νῦν κυπρίνου, Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 4. 8, 7., 4. 11, 7, κ. ἀλλ. | |lstext='''κυπρῖνος''': ὁ, [[εἶδος]] λιμναίου καὶ ποταμίου ἰχθύος, καλουμένου καὶ νῦν κυπρίνου, Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 4. 8, 7., 4. 11, 7, κ. ἀλλ. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=ο (AM κυπρῑνος)<br />[[γένος]] κυπρινόμορφων τελεόστεων ιχθύων, που, σύμφωνα με τη σημερινή [[ταξινόμηση]], ανήκουν στην [[οικογένεια]] cyprinidae και [[είναι]] μεγάλα εδώδιμα ψάρια τών γλυκών νερών, με κοινές [[σήμερα]] ονομασίες [[σαζάνι]] ή [[γριβάδι]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[κύπρος]] <span style="color: red;">+</span> -<i>ῖνος</i> (<b>[[πρβλ]].</b> <i>ερυθρ</i>-<i>ίνος</i>)<br />ο [[σχηματισμός]] της λ. από τον τ. [[κύπρος]], [[είδος]] φυτού, οφείλεται στην [[ομοιότητα]] του χρώματος του ψαριού με το [[χρώμα]] του φυτού]. | |||
}} | }} |
Revision as of 07:27, 29 September 2017
English (LSJ)
ὁ,
A carp, Arist.HA533a29, 538a15, Fr.321, Opp.H.1.101.
German (Pape)
[Seite 1534] ὁ, eine Karpfenart; Arist. H. A. 4, 11. 6, 14; Ath. VII, 309 a; Opp. Hal. 1, 101. 592.
Greek (Liddell-Scott)
κυπρῖνος: ὁ, εἶδος λιμναίου καὶ ποταμίου ἰχθύος, καλουμένου καὶ νῦν κυπρίνου, Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 4. 8, 7., 4. 11, 7, κ. ἀλλ.
Greek Monolingual
ο (AM κυπρῑνος)
γένος κυπρινόμορφων τελεόστεων ιχθύων, που, σύμφωνα με τη σημερινή ταξινόμηση, ανήκουν στην οικογένεια cyprinidae και είναι μεγάλα εδώδιμα ψάρια τών γλυκών νερών, με κοινές σήμερα ονομασίες σαζάνι ή γριβάδι.
[ΕΤΥΜΟΛ. < κύπρος + -ῖνος (πρβλ. ερυθρ-ίνος)
ο σχηματισμός της λ. από τον τ. κύπρος, είδος φυτού, οφείλεται στην ομοιότητα του χρώματος του ψαριού με το χρώμα του φυτού].