μαγαδίζω: Difference between revisions

From LSJ

φιλοσοφίαν καινὴν γὰρ οὗτος φιλοσοφεῖ → this man adopts a new philosophy

Source
(6_21)
(23)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''μαγᾰδίζω''': τῇ μαγάδει [[διαψάλλω]] (ἴδε [[μάγαδις]]), Θεόφιλ. ἐν «Νεοπτολέμῳ» 2· ἴδε [[μάγαδις]].
|lstext='''μαγᾰδίζω''': τῇ μαγάδει [[διαψάλλω]] (ἴδε [[μάγαδις]]), Θεόφιλ. ἐν «Νεοπτολέμῳ» 2· ἴδε [[μάγαδις]].
}}
{{grml
|mltxt=[[μαγαδίζω]] (Α) [[μάγαδις]]<br /><b>1.</b> [[παίζω]] το μουσικό όργανο [[μάγαδις]]<br /><b>2.</b> [[παίζω]], [[συνοδεύω]] κάποιον, [[συμψάλλω]] στον [[διαπασών]] τόνο, [[επειδή]] οι χορδές της μαγάδιδος ήταν χορδισμένες [[μεταξύ]] τους [[κατά]] [[οκτώ]] τόνους ή [[κατά]] μία [[οκτάβα]] («μαγαδίζειν ἐν τῇ [[διαπασῶν]] συμφωνίᾳ», <b>Αριστοτ.</b>).
}}
}}

Revision as of 07:34, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: μᾰγᾰδίζω Medium diacritics: μαγαδίζω Low diacritics: μαγαδίζω Capitals: ΜΑΓΑΔΙΖΩ
Transliteration A: magadízō Transliteration B: magadizō Transliteration C: magadizo Beta Code: magadi/zw

English (LSJ)

   A play the μάγαδις, Theophil.7.    II of a choir, sing a succession of notes in octaves, μ. ἐν τῇ διὰ πασῶν συμφωνίᾳ Arist.Pr. 921a12, cf. 918b40.

Greek (Liddell-Scott)

μαγᾰδίζω: τῇ μαγάδει διαψάλλω (ἴδε μάγαδις), Θεόφιλ. ἐν «Νεοπτολέμῳ» 2· ἴδε μάγαδις.

Greek Monolingual

μαγαδίζω (Α) μάγαδις
1. παίζω το μουσικό όργανο μάγαδις
2. παίζω, συνοδεύω κάποιον, συμψάλλω στον διαπασών τόνο, επειδή οι χορδές της μαγάδιδος ήταν χορδισμένες μεταξύ τους κατά οκτώ τόνους ή κατά μία οκτάβα («μαγαδίζειν ἐν τῇ διαπασῶν συμφωνίᾳ», Αριστοτ.).