παλαιμοσύνη: Difference between revisions

From LSJ

ἀνδρῶν γὰρ ἐπιφανῶν πᾶσα γῆ τάφος → for illustrious men have the whole earth for their tomb, for heroes have the whole earth for their tomb, the whole earth is the tomb of famous men

Source
(9)
 
(30)
Line 9: Line 9:
|Beta Code=palaimosu/nh
|Beta Code=palaimosu/nh
|Definition=<span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> v. [[παλαισμοσύνη]].</span>
|Definition=<span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> v. [[παλαισμοσύνη]].</span>
}}
{{grml
|mltxt=[[παλαιμοσύνη]] και [[παλαισμοσύνη]], ἡ (Α)<br />η [[τέχνη]] του [[παλαιστή]], η [[πάλη]] («πύξ τε παλαισμοσύνῃ τε καὶ ἅλμασιν», <b>Ομ. Οδ.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[Παλαίμων]] (ΙΙ) <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>σύνη</i>, ενώ κατ' άλλους το ουσ. παράγεται απευθείας από το ρ. [[παλαίω]] (<b>πρβλ.</b> <i>ιππο</i>-<i>σύνη</i>, <i>τοξο</i>-<i>σύνη</i>)].
}}
}}

Revision as of 12:03, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: πᾰλαιμοσύνη Medium diacritics: παλαιμοσύνη Low diacritics: παλαιμοσύνη Capitals: ΠΑΛΑΙΜΟΣΥΝΗ
Transliteration A: palaimosýnē Transliteration B: palaimosynē Transliteration C: palaimosyni Beta Code: palaimosu/nh

English (LSJ)

   A v. παλαισμοσύνη.

Greek Monolingual

παλαιμοσύνη και παλαισμοσύνη, ἡ (Α)
η τέχνη του παλαιστή, η πάλη («πύξ τε παλαισμοσύνῃ τε καὶ ἅλμασιν», Ομ. Οδ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < Παλαίμων (ΙΙ) + κατάλ. -σύνη, ενώ κατ' άλλους το ουσ. παράγεται απευθείας από το ρ. παλαίω (πρβλ. ιππο-σύνη, τοξο-σύνη)].