Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

περικάρδιος: Difference between revisions

From LSJ

Σαυτὸν φύλαττε τοῖς τροποῖς ἐλεύθερον → Te liberum ipse moribus praesta tuis → Bewahre deine Freiheit dir durch deine Art

Menander, Monostichoi, 485
(6_15)
(32)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''περικάρδιος''': -ον, (καρδία) ὁ [[πέριξ]] ἢ πλησίον τῆς καρδίας, [[αἷμα]] Ἐμπεδ. 317, Κριτίας 8· -τὸ π., ἡ περὶ τὴν καρδίαν μεμβρᾶνα, [[χιτών]], Γαλην.
|lstext='''περικάρδιος''': -ον, (καρδία) ὁ [[πέριξ]] ἢ πλησίον τῆς καρδίας, [[αἷμα]] Ἐμπεδ. 317, Κριτίας 8· -τὸ π., ἡ περὶ τὴν καρδίαν μεμβρᾶνα, [[χιτών]], Γαλην.
}}
{{grml
|mltxt=-ον, ΜΑ<br />αυτός που βρίσκεται [[γύρω]] από την [[καρδιά]] ή [[κοντά]] σε αυτήν.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>περι</i>- <span style="color: red;">+</span> [[καρδία]] (<b>πρβλ.</b> [[εγκάρδιος]])].
}}
}}

Revision as of 12:16, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: περικάρδιος Medium diacritics: περικάρδιος Low diacritics: περικάρδιος Capitals: ΠΕΡΙΚΑΡΔΙΟΣ
Transliteration A: perikárdios Transliteration B: perikardios Transliteration C: perikardios Beta Code: perika/rdios

English (LSJ)

ον, καρσία)

   A about or around the heart, αἷμα Emp.105.3 ; χιτών Ruf.Onom.163, Gal.UP6.16 (ὁ π. alone, ibid.) ; σκέπασμα ib. 18.

German (Pape)

[Seite 578] um das Herz, in der Nähe des Herzens, VLL.

Greek (Liddell-Scott)

περικάρδιος: -ον, (καρδία) ὁ πέριξ ἢ πλησίον τῆς καρδίας, αἷμα Ἐμπεδ. 317, Κριτίας 8· -τὸ π., ἡ περὶ τὴν καρδίαν μεμβρᾶνα, χιτών, Γαλην.

Greek Monolingual

-ον, ΜΑ
αυτός που βρίσκεται γύρω από την καρδιά ή κοντά σε αυτήν.
[ΕΤΥΜΟΛ. < περι- + καρδία (πρβλ. εγκάρδιος)].