προδέκτωρ: Difference between revisions
From LSJ
μή μοι θεοὺς καλοῦσα βουλεύου κακῶς· πειθαρχία γάρ ἐστι τῆς εὐπραξίας μήτηρ, γυνὴ Σωτῆρος· ὦδ᾽ ἔχει λόγος → When you invoke the gods, do not be ill-advised. For Obedience is the mother of Success, wife of Salvation—as the saying goes.
(Bailly1_4) |
(34) |
||
Line 18: | Line 18: | ||
{{bailly | {{bailly | ||
|btext=ορος (ὁ) :<br />qui fait connaître l’avenir.<br />'''Étymologie:''' ion. c. *προδείκτωρ, de [[προδείκνυμι]]. | |btext=ορος (ὁ) :<br />qui fait connaître l’avenir.<br />'''Étymologie:''' ion. c. *προδείκτωρ, de [[προδείκνυμι]]. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=-ορος, ὁ, Α<br /><b>ιων. τ.</b> αυτός που δείχνει [[κάτι]] εκ τών προτέρων, ο [[προμηνυτής]] του μέλλοντος.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>προ</i>- <span style="color: red;">+</span> [[δέκτωρ]] (<span style="color: red;"><</span> [[δέχομαι]])]. | |||
}} | }} |
Revision as of 12:21, 29 September 2017
English (LSJ)
ορος, ὁ, Ion. for Προδείκτωρ,
A foreshower, Hdt.7.37.
German (Pape)
[Seite 714] ορος, ὁ, ion. = προδείκτωρ, Voranzeiger, der die Zukunft vorbedeutet, Her. 7, 37.
Greek (Liddell-Scott)
προδέκτωρ: -ορος, ὁ, Ἰων. ἀντὶ προδείκτωρ, ὁ προηγουμένως δεικνύων, Ἡρόδ. 7. 37.
French (Bailly abrégé)
ορος (ὁ) :
qui fait connaître l’avenir.
Étymologie: ion. c. *προδείκτωρ, de προδείκνυμι.
Greek Monolingual
-ορος, ὁ, Α
ιων. τ. αυτός που δείχνει κάτι εκ τών προτέρων, ο προμηνυτής του μέλλοντος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < προ- + δέκτωρ (< δέχομαι)].