προσεπιδείκνυμι: Difference between revisions
From LSJ
Μεγάλοι δὲ λόγοι μεγάλας πληγὰς τῶν ὑπεραύχων ἀποτίσαντες γήρᾳ τὸ φρονεῖν ἐδίδαξαν → The great words of the arrogant pay the penalty by suffering great blows, and teach one to reason in old age
(6_6) |
(34) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''προσεπιδείκνῡμι''': ἐπιδεικνύω [[προσέτι]], Πολύβ. 4. 82, 5, Δίων Κ. 54, 14. | |lstext='''προσεπιδείκνῡμι''': ἐπιδεικνύω [[προσέτι]], Πολύβ. 4. 82, 5, Δίων Κ. 54, 14. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=και προσεπιδεικνύω ΜΑ<br /><b>1.</b> [[επιδεικνύω]] επιπροσθέτως<br /><b>2.</b> [[ερμηνεύω]] επιπροσθέτως. | |||
}} | }} |
Revision as of 12:23, 29 September 2017
English (LSJ)
or προσεπιδεικνύω,
A exhibit, demonstrate besides, Plb.4.82.5, Phld.Sign.36, Ptol.Geog.1.2.5, D.C. 54.14; ὡς . . S.E.M.1.55.
German (Pape)
[Seite 760] (s. δείκνυμι), noch dazu aufzeigen, darthun; S. Emp. adv. gramm. 55; D. C. 54, 14. Vgl. προεπιδ.
Greek (Liddell-Scott)
προσεπιδείκνῡμι: ἐπιδεικνύω προσέτι, Πολύβ. 4. 82, 5, Δίων Κ. 54, 14.
Greek Monolingual
και προσεπιδεικνύω ΜΑ
1. επιδεικνύω επιπροσθέτως
2. ερμηνεύω επιπροσθέτως.