σίνδρων: Difference between revisions
From LSJ
ἁρμονίη ἀφανὴς φανερῆς κρείττων → the hidden attunement is better than the obvious one, invisible connection is stronger than visible, harmony we can't see is stronger than harmony we can, unseen harmony is stronger than what we can see
(6_22) |
(37) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''σίνδρων''': -ωνος, ὁ, = [[σιναρός]] ΙΙ, [[βλαπτικός]], [[βλαβερός]], Ἕρμων παρ’ Ἀθην. 267Β· ― [[ὡσαύτως]] = [[δουλέκδουλος]], δηλ. ἀεὶ τὴν βλάβην τοῦ κυρίου του σχεδιάζων, Ἀθήν. ἔνθ’ ἀνωτ.· ― ὁ Ἡσύχ. [[ὡσαύτως]] μνημονεύει σινδρός, ὁ. | |lstext='''σίνδρων''': -ωνος, ὁ, = [[σιναρός]] ΙΙ, [[βλαπτικός]], [[βλαβερός]], Ἕρμων παρ’ Ἀθην. 267Β· ― [[ὡσαύτως]] = [[δουλέκδουλος]], δηλ. ἀεὶ τὴν βλάβην τοῦ κυρίου του σχεδιάζων, Ἀθήν. ἔνθ’ ἀνωτ.· ― ὁ Ἡσύχ. [[ὡσαύτως]] μνημονεύει σινδρός, ὁ. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=-ωνος, ὁ, Α<br />[[πονηρός]], ύπουλος, [[βλαβερός]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Βλ. λ. [[σινδρός]]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 12:29, 29 September 2017
English (LSJ)
ωνος, ὁ,
A mischievous, glossed by πονηρός, Phot.; also = δουλέκδουλος, Seleuc. ap. Ath.6.267c:—Hsch. also cites σινδρός, ὁ, in gen. pl.
Greek (Liddell-Scott)
σίνδρων: -ωνος, ὁ, = σιναρός ΙΙ, βλαπτικός, βλαβερός, Ἕρμων παρ’ Ἀθην. 267Β· ― ὡσαύτως = δουλέκδουλος, δηλ. ἀεὶ τὴν βλάβην τοῦ κυρίου του σχεδιάζων, Ἀθήν. ἔνθ’ ἀνωτ.· ― ὁ Ἡσύχ. ὡσαύτως μνημονεύει σινδρός, ὁ.
Greek Monolingual
-ωνος, ὁ, Α
πονηρός, ύπουλος, βλαβερός.
[ΕΤΥΜΟΛ. Βλ. λ. σινδρός].