συνδιαπλάσσω: Difference between revisions

From LSJ

ἐφ' ἁρμαμαξῶν μαλθακῶς κατακείμενοι → reclining softly on litters, reclining luxuriously in covered carriages

Source
(39)
(39)
Line 9: Line 9:
|Beta Code=sundiapla/ssw
|Beta Code=sundiapla/ssw
|Definition=<span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> <b class="b2">set</b> a fracture, Pall. <b class="b2">in Hp.Fract</b>.<span class="bibl">12.278C.</span></span>
|Definition=<span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> <b class="b2">set</b> a fracture, Pall. <b class="b2">in Hp.Fract</b>.<span class="bibl">12.278C.</span></span>
}}
{{grml
|mltxt=Μ<br />[[ανατάσσω]] σπασμένο [[οστό]] ώστε να επέλθει [[συγκόλληση]] με το [[πέρασμα]] του χρόνου.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>συν</i>- <span style="color: red;">+</span> [[διαπλάσσω]] «[[αποκαθιστώ]] σπασμένο [[μέλος]] ή [[κόκαλο]]»].
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=Μ<br />[[ανατάσσω]] σπασμένο [[οστό]] ώστε να επέλθει [[συγκόλληση]] με το [[πέρασμα]] του χρόνου.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>συν</i>- <span style="color: red;">+</span> [[διαπλάσσω]] «[[αποκαθιστώ]] σπασμένο [[μέλος]] ή [[κόκαλο]]»].
|mltxt=Μ<br />[[ανατάσσω]] σπασμένο [[οστό]] ώστε να επέλθει [[συγκόλληση]] με το [[πέρασμα]] του χρόνου.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>συν</i>- <span style="color: red;">+</span> [[διαπλάσσω]] «[[αποκαθιστώ]] σπασμένο [[μέλος]] ή [[κόκαλο]]»].
}}
}}

Revision as of 12:39, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: συνδιαπλάσσω Medium diacritics: συνδιαπλάσσω Low diacritics: συνδιαπλάσσω Capitals: ΣΥΝΔΙΑΠΛΑΣΣΩ
Transliteration A: syndiaplássō Transliteration B: syndiaplassō Transliteration C: syndiaplasso Beta Code: sundiapla/ssw

English (LSJ)

   A set a fracture, Pall. in Hp.Fract.12.278C.

Greek Monolingual

Μ
ανατάσσω σπασμένο οστό ώστε να επέλθει συγκόλληση με το πέρασμα του χρόνου.
[ΕΤΥΜΟΛ. < συν- + διαπλάσσω «αποκαθιστώ σπασμένο μέλος ή κόκαλο»].

Greek Monolingual

Μ
ανατάσσω σπασμένο οστό ώστε να επέλθει συγκόλληση με το πέρασμα του χρόνου.
[ΕΤΥΜΟΛ. < συν- + διαπλάσσω «αποκαθιστώ σπασμένο μέλος ή κόκαλο»].