υποάμουσος: Difference between revisions

From LSJ

Φίλιππον ἐπιστῆσαι τοῖς πράγμασι τούτοις → let Philip have a hand in the business, surrender control to Philip

Source
(43)
(No difference)

Revision as of 12:51, 29 September 2017

Greek Monolingual

-ον, Α
κάπως άμουσος, αποξενωμένος από τις Μούσες, από την μουσική ή από την αισθητική καλλιέργεια («αὐθαδέστερόν τε δεῑ αὐτὸν... εἶναι καὶ ὑποαμουσώτερον», Πλάτ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < ὑπ(ο)- + ἄμουσος.