Φίλιππον ἐπιστῆσαι τοῖς πράγμασι τούτοις → let Philip have a hand in the business, surrender control to Philip
(43) |
(No difference)
|
-ον, Α
κάπως άμουσος, αποξενωμένος από τις Μούσες, από την μουσική ή από την αισθητική καλλιέργεια («αὐθαδέστερόν τε δεῑ αὐτὸν... εἶναι καὶ ὑποαμουσώτερον», Πλάτ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < ὑπ(ο)- + ἄμουσος.