συνοικητήρ: Difference between revisions

From LSJ

καὶ οὐκ ἔστιν πᾶν πρόσφατον ὑπὸ τὸν ἥλιον → and there's nothing new under the sun (Eccl. 1:9 LXX)

Source
(6_12)
(40)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''συνοικητήρ''': ῆρος, ὁ, [[σύνοικος]], [[συγκάτοικος]], Λατιν. contubernalis, [[λιμός]], ἐχθρὸς σ. Σιμωνίδ. Ἰαμβ. 6. 102· ― οὕτω συνοικήτωρ ἐμοὶ Αἰσχύλ. Εὐμ. 833.
|lstext='''συνοικητήρ''': ῆρος, ὁ, [[σύνοικος]], [[συγκάτοικος]], Λατιν. contubernalis, [[λιμός]], ἐχθρὸς σ. Σιμωνίδ. Ἰαμβ. 6. 102· ― οὕτω συνοικήτωρ ἐμοὶ Αἰσχύλ. Εὐμ. 833.
}}
{{grml
|mltxt=-ῆρος, ὁ, Α<br />[[συγκάτοικος]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>συνοικῶ</i> «[[συγκατοικώ]]» <span style="color: red;">+</span> [[επίθημα]] -<i>τηρ</i> (<b>πρβλ.</b> <i>κινη</i>-<i>τήρ</i>)].
}}
}}

Revision as of 12:55, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: συνοικητήρ Medium diacritics: συνοικητήρ Low diacritics: συνοικητήρ Capitals: ΣΥΝΟΙΚΗΤΗΡ
Transliteration A: synoikētḗr Transliteration B: synoikētēr Transliteration C: synoikitir Beta Code: sunoikhth/r

English (LSJ)

ῆρος, ὁ,

   A house-fellow, λιμός, ἐχθρὸς σ. Semon.7.102.

Greek (Liddell-Scott)

συνοικητήρ: ῆρος, ὁ, σύνοικος, συγκάτοικος, Λατιν. contubernalis, λιμός, ἐχθρὸς σ. Σιμωνίδ. Ἰαμβ. 6. 102· ― οὕτω συνοικήτωρ ἐμοὶ Αἰσχύλ. Εὐμ. 833.

Greek Monolingual

-ῆρος, ὁ, Α
συγκάτοικος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < συνοικῶ «συγκατοικώ» + επίθημα -τηρ (πρβλ. κινη-τήρ)].