τετράρραβδος: Difference between revisions

From LSJ

τῶν δ᾽ ὀρθουμένων σῴζει τὰ πολλὰ σώμαθ᾽ ἡ πειθαρχία → But of those who make it through, following orders is what saves most of their lives (Sophocles, Antigone 675f.)

Source
(6_17)
(41)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''τετράρραβδος''': -ον, ὁ ἐκ τεσσάρων ῥάβδων [[δεσμός]], Σχόλ. εἰς Πινδ. Π. 2. 73 (40).
|lstext='''τετράρραβδος''': -ον, ὁ ἐκ τεσσάρων ῥάβδων [[δεσμός]], Σχόλ. εἰς Πινδ. Π. 2. 73 (40).
}}
{{grml
|mltxt=-ον, Α<br />αυτός που έχει [[τέσσερεις]] ράβδους ή [[τέσσερεις]] ακτίνες τροχού.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>τετρ</i>(<i>α</i>)- <span style="color: red;">+</span> [[ῥάβδος]] (<b>πρβλ.</b> <i>πεντά</i>-<i>ρραβδος</i>)].
}}
}}

Revision as of 12:55, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: τετράρραβδος Medium diacritics: τετράρραβδος Low diacritics: τετράρραβδος Capitals: ΤΕΤΡΑΡΡΑΒΔΟΣ
Transliteration A: tetrárrabdos Transliteration B: tetrarrabdos Transliteration C: tetrarravdos Beta Code: tetra/rrabdos

English (LSJ)

ον,

   A with four spokes, Sch.Pi.P.2.73.

Greek (Liddell-Scott)

τετράρραβδος: -ον, ὁ ἐκ τεσσάρων ῥάβδων δεσμός, Σχόλ. εἰς Πινδ. Π. 2. 73 (40).

Greek Monolingual

-ον, Α
αυτός που έχει τέσσερεις ράβδους ή τέσσερεις ακτίνες τροχού.
[ΕΤΥΜΟΛ. < τετρ(α)- + ῥάβδος (πρβλ. πεντά-ρραβδος)].